Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

Αθηναικά και άλλα....

    Ο κανόνας λέει  "  Χριστούγεννα στην πόλη και Πάσχα στο χωριό".
   Είμαι από εκείνους τους άτυχους που δεν έχουν χωριό. Όσο ήμουν παιδί, αν κάποιος με ρωτούσε ποιο θα ήταν το μεγαλύτερο δώρο για μένα, θα του έλεγα ένα χωριό. Με αληθινές γιαγιάδες, με παιδιά να παίζουν στην πλατεία...
Ανέκαθεν ένιωθα άπατρις. Δεν είμαι από εκείνους τους γηγενείς και αυτόχθονες Αθηναίοιυς που έλκουν την καταγωγή τους από τους παλιούς καιρούς. Κρατάει η σκούφια μου από την Κεφαλλονιά, τη Σκύρο και την Κρήτη με ολίγη από Σμύρνη. Αλλά χωριό χωριό δεν έχω.
Ο γενέθλιος τόπος μου είναι η Αθήνα. Δεν την αγάπησα ποτέ, δεν ένιωσα ποτέ την ανάγκη  να κουρνιάσω στην αγκαλιά της όταν τα π΄ργματα ζόριζαν τριγύρω. Δεν τη μίσησα κιόλας αφού  δε χρέωνα το λάθος σ΄εκείνη αλλά στον πελαργό που δεν ήξερε να χρησιμοποιεί το GPS.
  Δεν είναι όμορφη αλλά έχει ομορφιές που σου σφραγίζουν την ψυχή , που σου φέρνουν δάκρυα στα μάτια.
Για μένα πια η Αθήνα είναι μια χούφτα αγαπημένοι άνθρωποι.
  Να 'μαι πάλι λοιπόν, την ώρα που γεμίζουν τα λιμάνια κι οι σταθμοί και  αδειάζει η πόλη, εγώ να επιστρέφω εκεί απ' όπου πάντα έφευγα.
  Η Αθήνα που βρήκα δεν είναι εκείνη που άφησα. Η υπερφίαλη, η κακόγουστη, η θυμωμένη. Βρήκα μια πόλη κουρασμένη, θλιμμένη, να ζητιανεύει ένα κέρμα, ένα χαμόγελο, μια ελπίδα...
   Πόσο διαφορετική μου φαίνεται πια κάτω από το μικροσκόπιο του περαστικού, του παρατηρητή. Μοιάζει σαν ένα τεράστιο θέατρο με πολλές μικρές σκηνές. Παντού κάτι γίνεται.

  Στο τρένο ένας παππούς  έγινε έξαλλος όταν μπήκαν κάποιοι μετανάστες που έπαιζαν ακορντεόν. Φώναζε, απαιτούσε να φύγουν, να πάνε στη χώρα τους, ζήτησε  να έρθουν οι άνθρωποι της ασφάλειας, καθυστέρησε το τρένο για πέντε ολόκληρα λεπτά.
  Αν το έβλεπες απ' έξω θα μπορούσες άνετα να το σκηνοθετήσεις.
ασπρόμαυρο το σκηνικό, ένα άδειο βαγόνι με σκυφτούς, αμίλητους ανθρώπους και ξαφνικά μουσική! Η μουσική κι οι μουσικοί.
   Το ακορντεόν έγχρωμο. Έπαιζαν ένα κομμάτι του Astor Piazzola και το έπαιζαν τόσο όμορφα. Πόσο ερμητικά κλειστές πρέπει να είναι οι καρδιές μας για να μην ακούνε τη μουσική.

  Την προηγούμενη μέρα είχα δουλειά στο ταχυδρομείο.Κόσμος πολύς, οι υπάλληλοι υπ' ατμόν. Λογαριασμοί περίμεναν να πληρωθούν ( είχαμε  πάρει και το δώρο, βλέπεις ), λαμπάδες να σταλούν σε ανυπόμονα βαφτιστήρια, κάρτες, δέματα!
  Δίπλα μου κάθεται μια κυρία που, εμφανώς σε φάση μανίας, έχει πιάσει την κοπέλα παραπλέυρως και της μιλάει, της μιλάει, της μιλάει ασταμάτητα. Εκείνη υπομονετικά  της έχει παραχωρήσει το αριστερό της αυτί, για να μην την προσβάλει.
  Στη μπροστινή σειρά, κυρία προερχόμενη εκ του πάλαι ποτέ ανατολικού μπλοκ, διαβάζει. αν το σκηνοθετούσα θα την ήθελα να διαβάζει τουλάχιστον Ντοστογιέφσκι. Στην πραγματικότητα διάβαζε ένα περιοδικό για θέματα υγείας στην ελληνική του έκδοση.
  Στην πρώτη σειρά κύριος γύρω στα πένήντα, καλοστεκούμενος, της πιάτσας με μια περιποιημένη, στιλπνή γκρίζα αλογοουρά...στα νιάτα του θα πρέπει να ράγιζε καρδιές.
  Κάποια στιγμή, η "ξένη" γυρίζει και ζητά ευγενικά από την κυρία πίσω της να μιλάει, αν μπορεί πιο σιγά γιατί δεν μπορεί να διαβάσει. Εκείνη γίνεται έξαλλη κι αρχίζει να της φωνάζει. την ανάγωγη, που ήρθε στη χώρα μας για να μας κλείσει το στόμα. αν θέλει να διαβάσει ας πάει στη χώρα της. Αμάν πια!
  Η "ξένη', ψύχραιμη, παρατηρεί πως δεν είναι θέμα χώρας αλλά θέμα κουλτούρας.
 Η τελευταία  λέξη λειτούργησε ως πυροκροτητής για τον γοητευτικό κύριο της πρωτης σειράς. Πήρε τη σκυτάλη κι άρχισε να  φωνάζει κι αυτός με τησειρά του. Ποια είσαι εσύ που θα μας πεις για την κουλτούρα μας; Γυρίστε όλοι πίσω που μας πίνετε το αίμα;
  Με την ομολογουμένως ψύχραιμη παρέμβαση του διευθυντή η κατάσταση εξομαλύνθηκε. Ο κύριος είχε την τελευταία κουβέντα "από εδώ και πέρα θέλω ησυχία! Τ' ακούσατε; Να μη μιλήσει κανείς είτε Έλληνας είτε ξένος! ".
  Για τα επόμενα λεπτά, η μανιακή κυρία συνέχισε να μιλά αλλά χαμηλόφωνα, η "πέτρα του σκανδάλου" συνέχισε το διάβασμα, ενώ ο πρωταγωνιστήε της τελευταίας πράξης είχε το ήρεμο χαμόγελο του ανθρώπου που έκανε το καθήκον του.
  Στο μεταξύ το ταχυδρομείο έχει γεμίσει και μπροστά του στέκονταο όρθιοι δυο γέροντες. Περίμενα να δω αν η κουλτούρα του θα του υπαγόρευε να τους προσφέρει τη θέση του, αλλά φευ!
  Ο κόσμος έχει τρελλαθεί, έχει αγριέψει, είμαστε έτοιμοι να φαγωθούμε μεταξύ μας σαν τα σκυλιά, γιατί;
    Ευτυχώς η πραγματικότητα έχει δύο όψεις. υπάρχει και η αισιόδοξη πλευρά.
Πιάσανε, λέει,μετά το Γαβαλά τον Τσοχατζόπουλο. Μετά το Λάκη, ο Άκης. Για να μη λένε πως κανείς δεν πληρώνει το λογαριασμό σ΄ αυτή τη χώρα.
Όσο τον σκέφτομαι το μαύρο στο κελλί 33, να τρώει χυλό και βρώμικο ψωμί και να τραγουδάει ρεμπέτικα με το μπαγλαμαδάκι...αλλά έφταιξε, δεν έφταιξε;
  Ο επόμενος παρακαλώ!

Δεν έχω τίποτα με τους πολιτικούς, παιδιά. Αυτοί τη δουλίτσα τους κάνουν και την κάνουν καλά. Εμείς τι κάνουμε;


 
  Υ.Γ Μουσικούλα από μια άλλη πόλη ιδιαίτερη κι αγαπημένη...


 Καλή ανάσταση!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου